Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Αντρέι Ταρκόφσκι
Ο “Καθρέφτης” του Άντρει Ταρκόφσκι. Μία ταινία που συνδυάζει τόσο περίτεχνα αλλά και τόσο αρμονικά εικόνες, ήχους, κινήσεις, λέξεις με έναν τρόπο μαγικό που σε παρασύρει να ζήσεις την κάθε στιγμή. Να νιώσεις ότι βρίσκεσαι εκεί.
Ο αφηγητής συνοδεύει σχεδόν κάθε σκηνή με τις σκέψεις και την ποίηση που αγκαλιάζει και συμπληρώνει τις όμορφες εικόνες. Δεν τον βλέπουμε καθόλου, αλλά εκείνος μας καθοδηγεί σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Έτσι, μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί του, να γίνουμε εμείς η αντανάκλασή του και να περιπλανηθούμε, να ταξιδεψουμε μέσα στους συνειρμούς, τις σκέψεις και τα όνειρά του.
Η αφήγηση δεν είναι γραμμική. Ο Ταρκόφσκι αναφέρεται σε τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους (πριν τον πόλεμο, κατά τη διάρκεια του πολέμου, μετά τον πόλεμο), οι οποίες εμφανίζονται μέσα από τις αναμνήσεις του, τα βιώματά του με τρόπο αφηρημένο, όπως λειτουργεί και η ίδια η μνήμη. Οι εικόνες, ασπρόμαυρες κι έγχρωμες, διαδέχονται η μία την άλλη ξαφνικά, απροειδοποίητα, όπως ακριβώς και οι συνειρμικές σκέψεις στο μυαλό μας. Δεν μπορούμε να συνδέσουμε τα γεγονότα με τη λογική. Οφείλουμε να αφεθούμε και να περιηγηθούμε.
Και η ταινία μας προσκαλεί να το κάνουμε αυτό. Κάθε σκηνή, κάθε πλάνο, εξελίσσεται αργά, διαρκεί πολλή ώρα. Μας δίνει τη δυνατότητα να ανασάνουμε μέσα σε αυτό. Μας δίνει χρόνο να αφεθούμε, να παρατηρήσουμε, να αναπολήσουμε κι εμείς μαζί με τον αφηγητή.
Άλλωστε κάθε πλάνο είναι και ένα έργο τέχνης, συνοδευόμενο από έντονους ήχους ή κλασική μουσική, ποίηση, διαλόγους ή σιωπή, καταστροφή, αποσύνθεση ή ελπίδα και ζωντάνια. Αυτές οι αντιθέσεις είναι που μας εξιτάρουν σε κάθε νέα εικόνα.
Μία από τις σκηνές που μου κέντρισε το ενδιαφέρον ήταν μία από τις πρώτες σκηνές όπου η μητέρα καπνίζει πάνω στο φράχτη. Δεν βλέπουμε το πρόσωπό της, παρατηρούμε την ηρεμία της στάσης της, σε συνδυασμό με την ηρεμία της φύσης. Φτάνει ο γιατρός, που αναφέρεται στη φύση την οποία θαυμάζει για την ακινησία της, σε αντίθεση με τον άνθρωπο, που συνεχώς κινείται, βιάζεται. Μετά από τα λόγια αυτά, αποχωρεί κι εκείνος βιαστικά. Φεύγοντας όμως μένει ακίνητος, ενώ ένας μεγάλος άνεμος διαταράσσει τη φύση. Όλα κινούνται άτακτα, εκτός από τον ίδιο, που αισθάνεται μία αντίσταση, κάτι τον κρατά.
Ακόμη μία δυνατή σκηνή, είναι η σκήνη με το σπίτι που έχει τυλιχτεί στις φλόγες. Η σκηνή ξεκινάει με την μητέρα να κοιτάζει έξω από το παράθυρο. Επικρατεί ησυχία, ηρεμία η οποία διακόπτεται ξαφνικά από φωνές ανησυχίας, πανικού. Από την αντανάκλαση ενός καθρέφτη βλέπουμε τη φωτιά, ενώ στη συνέχεια ο Ταρκόφσκι μας καθοδηγεί στο εξωτερικό του σπιτιού. Παρατηρούμε το σπίτι να καίγεται, ακούμε τους ήχους της φωτιάς πάνω στα ξύλα, σαν να είμαστε κι εμείς εκεί. Ακόμη και σε μία τόσο έντονη και φορτισμένη στιγμή, ο Ταρκόφσκι μας δίνει τη δυνατότητα να ηρεμήσουμε, να σταθούμε, να παρατηρήσουμε το πλάνο, σαν ένα πίνακα ζωγραφικής.
Από τις αγαπημένες μου σκηνές είναι κι αυτή του αγοριού που περπατά μέσα στο χιόνι, αφήνοντας πίσω του τη βία και τη φρίκη του πολέμου, ενώ ένα πουλί στέκεται πάνω στο κεφάλι του. Αυτή η εικόνα παρουσιάζεται στην ταινία πλαισιωμένη από σκηνές του πολέμου, θλίψη, θάνατο. Φαίνεται, λοιπόν, η αντίθεση ανάμεσα στην παιδική αθωότητα, την ελπίδα, τη ζωή και τη φρίκη του πολέμου.
Ο καθρέφτης, θα μπορούσε να συμβολίζει την αντανάκλαση του εαυτού μας μέσα από τις αναμνήσεις μας. Θα μπορούσε ακόμη να συμβολίζει την αντανάκλαση των γεγονότων που συνέβησαν στη ζωή μας, στον άνθρωπο που έχουμε γίνει σήμερα.
Η ταινία του Ταρκόφσκι, είναι μία αυτοβιογραφική ταινία σύμφωνα με τον ίδιο, μέσα από την οποία θέλησε απλώς να πει την αλήθεια, χωρίς κρυμμένα νοήματα. Ήθελε ο θεατής να ταξιδέψει μέσα από τις υπέροχες εικόνες, τις μεγάλες αντιθέσεις, τα ποιήματα του πατέρα του, δίνοντάς του και την ευκαιρία να σκεφτεί μέσα σε όλο αυτό με τις παύσεις και τις σιωπές του. Και το πέτυχε.
Μαργαρίτα Στραβουδάκη