Το έργο του Ντε Σίκα είναι μια παραγωγή του 1946 και είναι ένα από τα πρώτα δείγματα του ιταλικού νεορεαλισμού.
Πρόκειται για ένα έργο απαράμιλλης ομορφιάς και απλότητας.
Τα θεματικά και αισθητικά κριτήρια κάνουν σε αυτή την ταινία την εμφάνιση τους από την πρώτη κιόλας σεκάνς οπου παρακολουθούμε τους δυο πρωταγωνιστές (που είναι δυο παιδιά άρα και μη ηθοποιοί) να ιππεύουν το άλογο που αγαπούν και θέλουν να αγοράσουν.
Στον πυρήνα λοιπόν της ιστορίας μας είναι δυο ανήλικα παιδιά που δεν μπορούν να καθορίσουν το μέλλον τους όπως αυτά το φαντάζονται και είναι έρμαια της μοίρας και τον ανθρώπων γύρω τους.
Σε κάθε σκηνή θα δούμε πως ότι και αν σχεδιάζουν αυτά τα παιδιά θα πάει στράφι αφού οι ενήλικες που αποφασίζουν για αυτούς ούτε που τους κοιτούν στα μάτια.
Αρχίζοντας λοιπόν από την προσπάθεια των ηρώων μας να αποκτήσουν το αντικείμενο των πόθων τους που είναι ένα λευκό άλογο καταλήγουν στην φυλακή ανηλίκων. Το σεναριακό ταξίδι είναι γεμάτο ανατροπές και όταν όλα δείχνουν ότι πάνω σε μια διαμάχη ο ένας από τους δυο θα σκοτώσει έναν συνομήλικό τους τρόφιμο αυτό δεν συμβαίνει. Αντίθετα στο τέλος ενώ φαίνεται ότι οι δυο φίλοι μπορούν, μετα τις περιπέτειες και διαφωνίες που είχαν να τα ξαναβρούν (κατι που θα βλέπαμε σε μια κλασική χολιγουντιανή αφήγηση) αναπάντεχα ο ένας σπρώχνει τον άλλο και πεθαίνει. Τελευταίο πλάνο το όμορφο άλογο και η χαμένη αθωότητα.
Όλοι σχεδόν η ταινία είναι γυρισμένη μέσα στου πολυσύχναστους δρόμους, που είναι πολύ έντονο το στοιχείο των Αμερικάνων στρατιωτών, τονίζοντας την φτώχια που αλώστε καταδικάζει τους πρωταγωνιστές όταν πουλάν στη μαύρη αγορά δυο αμερικάνικες κουβέρτες. Ολο το υπόλοιπο θα εξελιχθεί στις φυλακές ανηλίκων.
Καταπληκτική δουλειά του Ντε Σίκα με τα παιδιά-ηθοποιούς που παίζουν με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια και με τρόπο που θα μπορούσε να στέκει ακόμα και σήμερα.
Δεν είναι τυχαίο ότι έλαβε και το πρώτο Όσκαρ ποιότητας, πρόδρομος του μετέπειτα Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Δημήτρης Λάλος
Tempus Verum